Έμετος
Μηχανισμός. Ο έμετοςείναι η βίαιη αποβολή από το στόμα γαστρικού ή εντερικού περιεχομένου. Για την εκδήλωσή του εξελίσσονται τα ακόλουθα γεγονότα: η μαλακή υπερώα ανυψώνεται και κλείνει η γλωττίδα, ο λάρυγγας και το υοειδές οστό έλκονται προς τα εμπρός, ο κάτω οισοφαγικός σφιγκτήρας χαλαρώνει, συσπάται ο περιοχή της γωνιαίας εντομής του στομάχου και με βίαιη σύσπαση του διαφράγματος και του κοιλιακού τοιχώματος εξωθούνται προς τα έξω οι τροφές δια του οισοφάγου.
Αιτιοπαθογένεια. Ο οξύς κοιλιακός πόνος συνοδεύεται σχεδόν πάντοτε από εμέτους, οι οποίοι εκλύονται αντανακλαστικά και προκαλούνται από τον ερεθισμό των κέντρων του προμήκους μυελού από τα ισχυρά προσαγωγά αλγογόνα σπλαχνικά ερεθίσματα. Ειδικότερα, οι έμετοι οφείλονται: α) στον ισχυρό ερεθισμό των τελικών νευρικών απολήξεων του μεσεντερίου και του περιτοναίου, όπως συμβαίνει στη διάτρηση του πεπτικού έλκους, της γαγγραινώδους σκωληκοειδίτιδας και στη συστροφή του μίσχου μιας ωοθηκικής κύστης και β) σε απόφραξη κοίλου σπλάγχνου, όπως είναι τα χοληφόρα, οι ουρητήρες, το έντερο, η σκωληκοειδής απόφυση και η μήτρα.
Στη διάτρηση του πεπτικού έλκους τα διαφυγόντα όξινα γαστρικά υγρά μέσα στη ελεύθερη περιτοναϊκή κοιλότητα, ερεθίζουν μαζικά τις αισθητικές νευρικές απολήξεις του περιτοναίου και του μεσεντερίου και εκλύουν πάραυτα έμετο. Πολύ γρήγορα μετά τη διάτρηση, το φλεγμαίνον περιτόναιο εκκρίνει μεγάλη ποσότητα εξιδρωματικού υγρού στην περιτοναϊκή κοιλότητα, με το οποίο αραιώνονται τα εγχεόμενα ερεθιστικά υγρά. Σαν αποτέλεσμα οι έμετοι μετριάζονται ή ακόμα μπορεί και να σταματήσουν.
Στην οξεία παγκρεατίτιδα το φλεγμαίνον πάγκρεας ερεθίζει έντονα το ηλιακό νευρικό πλέγμα και εκλύονται αντανακλαστικά επίμονοι έμετοι. Επίσης, ο στραγγαλισμός έλικας λεπτού εντέρου και η συστροφή του μίσχου ωοθηκικής κύστης αποτελούν δύο άλλα παραδείγματα, όπου ο αιφνίδιος ερεθισμός πολλών αισθητικών συμπαθητικών νευρικών απολήξεων πυροδοτεί την πρώιμη εκδήλωση πολλών εμέτων.
Σε απόφραξη κοίλου σπλάγχνου, παράλληλα με τον κωλικοειδή πόνο, οι έντονες περισταλτικές συσπάσεις και η διάταση του μυϊκού τοιχώματος προκαλούν εργώδεις εμέτους. Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται σε όλους τους κωλικούς των σπλάχνων: της μήτρας, του νεφρού, του εντέρου και των χοληφόρων. Κεντρικότερα της θέσης της μηχανικής απόφραξης ο σπλαχνικός αυλός διευρύνεται και, καθώς μεταφέρονται τα περισταλτικά κύματα, η σύσπαση και η διάταση επιτείνονται, με αποτέλεσμα την ενδυνάμωση του πόνου. Oι έμετοι συνήθως συμβαίνουν κατά τη φάση της μεγίστης έντασης του πόνου. Επιπλέον, επειδή στην εντερική απόφραξη παρεμποδίζεται η ορθόδρομη προώθηση του εντερικού περιεχομένου, εμφανίζονται ανάδρομα αντιπερισταλτικά κύματα, που επιδεινώνουν τους εμέτους.
Ο ερεθισμός ειδικών κέντρων στο προμήκη μυελό από ορισμένα φάρμακα, όπως είναι η απομορφίνη, προκαλεί εμέτους. Εικάζεται ότι στην εντερική απόφραξη και στην οξεία παγκρεατίτιδα απορροφώνται εμετογόνες ουσίες, οι οποίες δρουν στα κέντρα του προμήκη μυελού και πυροδοτούν τους εμέτους.
Χρονική σχέση του πόνου με τον έμετο. Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε το χρόνο εκδήλωσης των εμέτων σε σχέση με την έναρξη του κοιλιακού πόνου. Είναι διαπιστωμένο ότι στην αρχική φάση κάθε οξείας ενδοκοιλιακής πάθησης εκδηλώνονται ένας ή δύο έμετοι, οι οποίοι είναι αντανακλαστικοί. Χαρακτηριστικά, στις περιπτώσεις αυτές ο πόνος προηγείται του εμέτου, ενώ το αντίθετο συμβαίνει στις παθολογικές καταστάσεις. Σε γενικές γραμμές ισχύει: ο έμετος που ακολουθεί τον κοιλιακό πόνο χαρακτηρίζει μια χειρουργική πάθηση, ενώ όταν αυτός προηγείται του πόνου η αιτία είναι πιθανότατα μη χειρουργική, δηλαδή παθολογικής φύσεως.
Στον αιφνίδιο και έντονο ερεθισμό του περιτοναίου και του μεσεντερίου, όπως για παράδειγμα συμβαίνει στη διάτρηση κοίλου σπλάγχνου, την οξεία παγκρεατίτιδα, τη συστροφή του μίσχου ωοθηκικής κύστης και στο στραγγαλισμό του εντέρου, οι έμετοι εμφανίζονται σχεδόν αμέσως μετά τον πόνο. Στον κωλικό του νεφρού και των χοληφόρων οι έμετοι επέρχονται νωρίς σε σχέση με τον πόνο, εμφανίζονται ξαφνικά και είναι εξαιρετικά εργώδεις.
Στην εντερική απόφραξη το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την έναρξη του πόνου μέχρι την εμφάνιση των εμέτων είναι ενδεικτικό της θέσης της μηχανικής απόφραξης στο γαστρεντερικό σωλήνα. Εάν η απόφραξη βρίσκεται στο πυλωρό ή στο 12δάκτυλο οι έμετοι εμφανίζονται σχεδόν αμέσως μετά τον πόνο, ενώ εάν το κώλυμα εστιάζεται στο αρχικό τμήμα της νήστιδας οι έμετοι εμφανίζονται πρώιμα, είναι συχνοί και κοπιώδεις. Όταν το εμπόδιο εντοπίζεται στο περιφερικό τμήμα του λεπτού εντέρου οι έμετοι εκδηλώνονται μετά από 4 ή περισσότερες ώρες από την έναρξη του πόνου και εξαρτάται από τη διάρκεια της εγκατάστασης της πλήρους απόφραξης.
Στην απόφραξη του παχέος εντέρου οι έμετοι δεν είναι τόσο συχνοί και αρκετά συχνά απουσιάζουν τελείως. Οι ασθενείς αιτιώνται σταθερά για μόνιμη ναυτία. Προϊόντος του χρόνου η διάταση της κοιλιάς επιτείνεται προοδευτικά. Εφόσον η ειλεοτυφλική βαλβίδα λειτουργικά είναι ανεπαρκής, οι έμετοι εμφανίζονται όψιμα μετά από 1 έως 3 ημέρες από την εμφάνιση του κοιλιακού πόνου.
Στην οξεία σκωληκοειδίτιδα, κατά κανόνα, ο κοιλιακός πόνος προηγείται των εμέτων κατά 3-4 ώρες και μερικές φορές μετά από 12 ή 24 ώρες. Σπάνια οι έμετοι εμφανίζονται ταυτόχρονα με την έναρξη του πόνου και ακόμα σπανιότερα ο πόνος αρχίζει μετά τους εμέτους.
Συχνότητα των εμέτων. Αυτή συνήθως ποικίλει και εξαρτάται από τη βαρύτητα της πάθησης που προκαλεί τον οξύ κοιλιακό πόνο. Η εκδήλωση πολλών εμέτων ταυτόχρονα με την έναρξη του πόνου της οξείας σκωληκοειδίτιδας υποδηλώνει οξεία διάταση του περιφερικού της άκρου και σηματοδοτεί το κίνδυνο της επικείμενης διάτρησης, ενώ οι όψιμοι έμετοι μετά την αρχική κλινική διαδρομή αποτελούν ενδεικτικό σημείο τοπικής ή γενικευμένης περιτονίτιδας.
Οι επαναλαμβανόμενοι έμετοι, ειδικά όταν συνοδεύονται και από προοδευτική διάταση της κοιλιάς, συνηγορούν είτε για απόφραξη του λεπτού εντέρου είτε για διάχυτη περιτονίτιδα, στη οποία όμως χαρακτηριστικά συνυπάρχει έντονη ευαισθησία και σύσπαση του κοιλιακού τοιχώματος. Όταν η απόφραξη εστιάζεται στην αρχική μοίρα του λεπτού εντέρου, οι έμετοι είναι συχνοί, κοπιώδεις και άφθονοι σε ποσότητα. Επίσης, και στην οξεία παγκρεατίτιδα οι έμετοι είναι εξαιρετικά συχνοί, εκλύονται εύκολα με την παραμικρή αιτία, αλλά στερούνται τροφικού περιεχομένου.
Συχνοί έμετοι που συνοδεύονται με κωλικοειδή πόνο στο επιγάστριο ή το μεσογάστριο, χωρίς να υπάρχει διάταση της κοιλιάς και που σταματούν σύντομα και ξαφνικά, παρατηρούνται στην οξεία γαστρεντερίτιδα. Στις περιπτώσεις αυτές οι έμετοι συνήθως προηγούνται του κοιλιακού πόνου.
Ωστόσο υπάρχουν μερικές οξείες παθήσεις της κοιλιάς στις οποίες οι έμετοι είναι σπάνιοι ή και απουσιάζουν τελείως. Για παράδειγμα, ο έμετος είναι πολύ σπάνιος στη ρήξη της έκτοπης εξωμήτριας κύησης.
Στην απόφραξη του παχέος εντέρου οι έμετοι αποτελούν ένα αργοπορημένο και ασυνήθιστο σύμπτωμα. Αυτό είναι χαρακτηριστικό του εγκολεασμού, όπου η απουσία των εμέτων μπορεί να συγκαλύψει τον κίνδυνο από την πάθηση. Όταν οι έμετοι εκδηλώνονται σε απόφραξη του παχέος εντέρου, τότε η ειλεοτυφλική βαλβίδα λειτουργικά ανεπαρκεί και επιτρέπει τη μετάδοση της αυξημένης ενδοαυλικής πίεσης ανάδρομα στο τελικό ειλεό, το οποίο διατείνεται.
Τα χαρακτηριστικά του εμετού. Όταν ο κοιλιακός πόνος συνοδεύεται από εμέτους, το ποιόν των εμεσμάτων θα πρέπει να αξιολογείται σχολαστικά. Συνήθως, δύο ώρες μετά τη λήψη φαγητού οι τροφές στο στομάχι υπό την επίδραση του υδροχλωρικού οξέος και της πεψίνης ομογενοποιούνται και γι’ αυτό η αποβολή άπεπτων τροφών με τον έμετο σημαίνει γαστρική αχυλία ή υψηλή απόφραξη στο επίπεδο του πυλωρού. Στην οξεία γαστρίτιδα, η οποία μερικές φορές μπορεί να εκδηλωθεί με θορυβώδη συμπτωματολογία από την κοιλιακή περιοχή, οι έμετοι περιέχουν γαστρικό περιεχόμενο αναμεμιγμένο με μικρή ποσότητα χολής. Στους κωλικούς οι έμετοι είναι χολώδεις, ενώ στη συστροφή ενός σπλάχνου οι αναγωγές είναι συχνό φαινόμενο και οι έμετοι σπανίζουν.
Στην εντερική απόφραξη το ποιόν του εμετού ποικίλει και ουσιαστικά εξαρτάται από το επίπεδο του μηχανικού κωλύματος. Στην αρχή το περιεχόμενο του εμετού είναι γαστρικό, μετά γίνεται πράσινο – χολώδες, ακολούθως κιτρινοπράσινο, ύστερα κίτρινο και τελικά πορτοκαλόχρουν ή ρυπαρό φαιόχρωμο με δύσοσμη κοπρανώδη υφή.
Στον αποφρακτικό ειλεό, από τα χαρακτηριστικά των εμεσμάτων μπορούμε να συναγάγουμε χρήσιμα συμπεράσματα αναφορικά με το επίπεδο του μηχανικού κωλύματος στο γαστρεντερικό σωλήνα. Οι τροφώδεις και όξινοι έμετοι συνήθως συνοδεύουν την απόφραξη της γαστρικής εξόδου και του πυλωρού από έλκος ή νεόπλασμα. Οι χολώδεις έμετοι χαρακτηρίζουν την απόφραξη του 12δακτύλου και της νήστιδας, ενώ οι δύσοσμοι κοπρανώδεις έμετοι υποδηλώνουν αποφρακτικό ειλεό, με το κώλυμα να εστιάζεται στην περιφερική μοίρα του λεπτού εντέρου ή στο παχύ έντερο.
Η διαχρονική παρακολούθηση του περιεχομένου και της χροιάς των εμεσμάτων είναι εξαιρετικά χρήσιμη, καθόσον η μεταβολή από το κιτρινοπράσινο χολοβαφές προς το παχύρευστο, ρυπαρό και φαιοκίτρινο προοιωνίζει τους επερχόμενους δύσοσμους, κοπρανώδεις εμέτους της απόφραξης της περιφερικής μοίρας του εντερικού σωλήνα.
Η αιματέμεση υποδηλώνει αιμορραγία από το ανώτερο πεπτικό, η συχνότερη αιτία της οποίας είναι το πεπτικό έλκος.
Ναυτία και ανορεξία. Ενδέχεται να παρουσιαστούν σε ασθενείς που δεν κάνουν έμετο. Σε ένα ασθενή, το ίδιο ερέθισμα αλλά με διαφορετική ένταση μπορεί να προκαλέσει ανορεξία ή ναυτία ή έμετο. Επομένως, είναι ουσιαστικού περιεχομένου η ενημέρωση για την παρουσία ή την απουσία των τριών αυτών συμπτωμάτων. Η αιφνίδια εγκατάσταση ανορεξίας, ειδικά στα παιδιά, θα πρέπει να αξιολογείται με προσοχή. Η αδικαιολόγητη και ξαφνική ανορεξία σε ένα παιδί, που συνοδεύει τον κοιλιακό πόνο θα πρέπει πάντοτε να κατευθύνει τη διαγνωστική σκέψη προς το ενδεχόμενο της οξείας σκωληκοειδίτιδας.
Όταν ο έμετος έχει αιτιοπαθογενετική σχέση με παθήσεις του γαστρεντερικού συστήματος σχεδόν πάντα προηγείται ναυτία. Σε αντιδιαστολή, οι αυτόματοι έμετοι οι οποίοι επέρχονται εν αιθρία και χωρίς να προηγείται καμιά άλλη συμπτωματολογία, έχουν συνήθως κεντρική αιτιολογία από το ΚΝΣ.
Διαταραχές των κενώσεων του εντέρου
Δυσκοιλιότητα.Τα αλγογόνα σπλαχνικά ερεθίσματα που άγονται κεντρομόλα με τις αισθητικές ίνες του ΑΝΣ διεγείρουν τις κινητικές ίνες του συμπαθητικού (σπλαχνικά νεύρα) με σκοπό να περιοριστεί ο εντερικός περισταλτισμός. Με τον τρόπο αυτό εκλύεται αντανακλαστικά ειλεός παραλυτικού τύπου. Ως εκ τούτου, ο παραλυτικός ειλεός υποβαθμίζει την αξία της δυσκοιλιότητας σαν σύμπτωμα στην αξιολόγηση και διαφοροδιάγνωση του οξέος κοιλιακού πόνου.
Η δυσκοιλιότητα από μόνη της σαν σύμπτωμα δεν αποτελεί ασφαλές κλινικό κριτήριο για τη διάγνωση της εντερικής απόφραξης. Αυτό που έχει μεγαλύτερη διαγνωστική αξία είναι η δραστική απόκλιση της φυσιολογικής εντερικής λειτουργίας, η οποία εγκαθίσταται αιφνίδια και χωρίς εμφανή αιτία. Γι’ αυτό ο ασθενής θα πρέπει να ερωτάται για τις συνήθειες κένωσης του εντέρου και την αποβολή αερίων σε ένα ορισμένο βάθος χρόνου.
Η δυσκοιλιότητα που συνοδεύεται με εναλλαγές διαρροιών αποκτά ιδιαίτερη διαγνωστική αξία. Σε γενικές γραμμές, το πρόσφατο ιστορικό δυσκοιλιότητας και οι ανεξήγητες αλλαγές στις συνήθειες κένωσης του εντέρου συνηγορούν για πάθηση του παχέος εντέρου.
Η επίσχεση αποβολής των αερίων έχει μεγαλύτερη διαγνωστική αξία και κλινική βαρύτητα από την επίσχεση αποβολής των κοπράνων. Η επίσχεση αποβολής των αερίων η οποία διαρκεί για περισσότερο από 24 ώρες συνηγορεί για ειλεό, ακόμα και όταν δεν έχουμε επίσχεση αποβολής των κοπράνων. Πράγματι, ακόμα και σε πλήρη εντερική απόφραξη ο ασθενής μπορεί να εμφανίζει κενώσεις, καθώς αποβάλλεται το εντερικό περιεχόμενο που βρίσκεται περιφερικότερα της θέσης της απόφραξης. Αντίθετα, ο καταπινόμενος αέρας δεν διέρχεται από τη θέση της εντερικής απόφραξης και δεν αποβάλλεται λόγω κατάργησης του εντερικού περισταλτισμού, με συνέπεια την επίσχεση αποβολής των αερίων.
Η ανθεκτική δυσκοιλιότητα που εκδηλώνεται με επίσχεση αποβολής των κοπράνων και των αερίων υποδηλώνει μηχανική απόφραξη του εντέρου, ειδικά εάν εγκαθίσταται προοδευτικά και συνοδεύεται από κοιλιακό πόνο και διάταση της κοιλιάς ή επαναλαμβανόμενα επεισόδια εμέτων. Συνήθως, η πρόσμειξη ερυθρού αίματος στις κενώσεις των ασθενών με δυσκοιλιότητα προδίδει νεόπλασμα του αριστερού κόλου.
Διάρροια Η διάρροια δυνατόν να οφείλεται σε φλεγμονώδη ή νεοπλασματική πάθηση του εντέρου, σε παγκρεατική ή επινεφριδιακή ανεπάρκεια. Επίσης, αποτελεί συχνή εκδήλωση ψυχοσωματικών νόσων. Στα παιδιά με οξεία σκωληκοειδίτιδα η αποβολή μαλακής ή διαρροϊκής κένωσης αποτελεί συχνή εκδήλωση.
Οι συχνές και υδαρείς διάρροιες αποτελούν σύνηθες σύμπτωμα του ατελούς ειλεού του λεπτού εντέρου. Το γεγονός αυτό ενδέχεται να παραπλανήσει τον κλινικό γιατρό, που μπορεί να παρασυρθεί και να θεωρήσει ότι οι διάρροιες αποκλείουν την εντερική απόφραξη. Στις περιπτώσεις, όμως, αυτές οι διάρροιες εκδηλώνονται χωρίς την αποβολή αερίων.
Όταν ο πόνος στο υπογάστριο και οι διάρροιες ακολουθούνται από ευαισθησία στο υπογάστριο και δυσκοιλιότητα, η πιθανότητα να υπάρχει ένα πυελικό απόστημα είναι μεγάλη. Χαρακτηριστικό σύμπτωμα των ενδοπυελικών αποστημάτων είναι ο επίμονος τεινεσμός.
Η αθρόα υδαρής διάρροια είναι χαρακτηριστικό της γαστρεντερίτιδας καθώς και άλλων παθολογικών αιτίων που μιμούνται την κλινική εικόνα του οξέος κοιλιακού πόνου. Οι διάρροιες που συνοδεύονται με πρόσμειξη αίματος απαντούν στην ελκώδη κολίτιδα, στη νόσο του Crohn, στην αμοιβαδική ή την οφειλόμενη σε βακίλους δυσεντερία και στην ψευδομεμβρανώδη κολίτιδα, ιδιαίτερα εάν συνοδεύονται από πυρετό. Διάρροιες με πρόσμειξη αίματος μπορούν, επίσης, να εμφανιστούν σε εγκολεασμό του εντέρου και σε οξεία ισχαιμία του εντερικού βλεννογόνου (εμβολή ή θρόμβωση των μεσεντερίων αγγείων). Οι διάρροιες σε χρονίως κατακλιμένα ηλικιωμένα άτομα μπορεί να οφείλονται σε συστροφή του σιγμοειδούς ή να είναι διάρροια από υπερπλήρωση του ορθού λόγω κοπρόστασης (ψευδοδιάρροια).
Η μερική ύφεση του πόνου μετά από κένωση του εντέρου, οι οποία μπορεί να είναι και διαρροϊκή, υποδηλώνει συνήθως λειτουργικής φύσης πάθηση του παχέος εντέρου (ευερέθιστο έντερο).
Διαταραχές της ούρησης
Είναι απαραίτητο να γνωρίζουμε εάν εκλύεται πόνος κατά την ούρηση, επειδή η παρουσία ή η απουσία ενός τέτοιου πόνου συχνά είναι μεγάλης σημασίας. Ο πόνος που παράγεται κατά την ούρηση, εκτός από τις παθήσεις του ουροποιητικού συστήματος (πυελίτιδα, ουρολιθίαση, υδρονέφρωση), μπορεί να οφείλεται σε ενδοπυελικό απόστημα που βρίσκεται σε επαφή με την ουροδόχο κύστη ή σε οξεία σκωληκοειδίτιδα, που ερεθίζει το σύστοιχο ουρητήρα. Ο πόνος του νεφρικού κωλικού αντανακλά στο σύστοιχο όρχι στους άνδρες ή στα μεγάλα χείλη του αιδοίου στις γυναίκες. Ο ίδιος πόνος μπορεί να οφείλεται και σε οξεία σκωληκοειδίτιδα ή ακόμα και σε ρήξη ανευρύσματος της κοιλιακής αορτής.
Μεταβολές της καρδιακής συχνότητας
Ο αριθμός των σφίξεων δεν αποτελεί αξιόπιστο κριτήριο για τη διάγνωση και την εκτίμηση της πρόγνωσης του οξέος κοιλιακού πόνου, γιατί στους περισσότερους ασθενείς, στα αρχικά τουλάχιστον στάδια της νόσου, οι σφίξεις κυμαίνονται σε φυσιολογικά όρια. Επομένως, ο φυσιολογικός αριθμός των σφίξεων δεν αποκλείει κάποια σοβαρή ενδοκοιλιακή πάθηση.
Ωστόσο, η αύξηση της καρδιακής συχνότητας αποτελεί σταθερό εύρημα στη προχωρημένη περιτονίτιδα και στην αιμορραγία. Μετά από ένα κοιλιακό τραύμα, η διαχρονική παρακολούθηση του αριθμού των σφίξεων, από ώρα σε ώρα, είναι μεγάλης διαγνωστικής αξίας για την εκτίμηση της βαρύτητας και της κρισιμότητας της ενδοκοιλιακής βλάβης.
Στην διάχυτη προχωρημένη περιτονίτιδα υπάρχει ταχυσφυγμία και οι σφυγμοί είναι ασθενείς έως και αψηλάφητοι. Τα κλινικά αυτά σημεία είναι κακοί προγνωστικοί δείκτες και απαντώνται στα τελικά στάδια της νόσου.
Διαταραχές της αναπνοής
Η συχνότητα των αναπνευστικών κινήσεων είναι σημαντικός παράγοντας για τη διαφοροδιάγνωση του κοιλιακού από το θωρακικό πόνο. Όταν στα αρχικά στάδια της νόσου, ο αριθμός των εισπνοών υπερβαίνει το διπλάσιο του φυσιολογικού, τότε η πάθηση είναι θωρακικής αιτιολογίας. Ωστόσο, ταχύπνοια παρατηρείται σε ασθενείς με γενικευμένη περιτονίτιδα, στην εντερική απόφραξη με συνυπάρχουσα διάταση της κοιλιάς και σε περιπτώσεις σοβαρής ενδοπεριτοναϊκής αιμορραγίας.
Μεταβολές της θερμοκρασίας
Η ορθή θερμομέτρηση μπορεί να γίνει με την εισαγωγή του θερμομέτρου στο στόμα, κάτω από τη γλώσσα ή στο ορθό. Σε ασθενείς με απόφραξη της ρινικής αναπνευστικής οδού και σε εκείνους με ρινογαστρικό σωλήνα Levin, επειδή η αναπνοή γίνεται από το στόμα, η στοματική θερμομέτρηση μπορεί να δείξει εσφαλμένα χαμηλή θερμοκρασία. Σε περιπτώσεις αμφιβολίας και σε ασθενείς με σημεία καταπληξίας, η θερμοκρασία μετριέται πάντοτε στο ορθό.
Στον ίδιο ασθενή, κατά τις αλληλοδιάδοχες εξελικτικές φάσεις των οξέων παθήσεων της κοιλιάς μπορεί να παρατηρηθεί φυσιολογική ή αυξημένη θερμοκρασία ή ακόμα και υποθερμία, σε διαφορετικές όμως χρονικές στιγμές. Ωστόσο, η αυξημένη θερμοκρασία του ανθρωπίνου σώματος (πυρετός) κατά κανόνα υποδηλώνει την ύπαρξη φλεγμονής και απαντάται στη πλειοψηφία των χειρουργικών παθήσεων της κοιλιάς, εφόσον αφεθούν να εξελιχθούν χωρίς καμία θεραπεία. Να σημειωθεί ότι ο πυρετός είναι συχνά ήπιος ή απουσιάζει σε ηλικιωμένους, σε χρονίως πάσχοντες και σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς.
Σε κάθε οξεία ενδοκοιλιακή πάθηση που συνοδεύεται με καταπληξία και τοξιναιμία παρατηρείται υποθερμία, όπως για παράδειγμα συμβαίνει στην οξεία παγκρεατίτιδα, στο στραγγαλισμό του εντέρου, στη διάτρηση του πεπτικού έλκους και στη σοβαρή ενδοπεριτοναϊκή αιμορραγία.
Ο ψηλός πυρετός κατά κανόνα είναι ασυνήθης στα αρχικά στάδια των οξέων παθήσεων της κοιλιάς, εκτός από την οξεία παγκρεατίτιδα. Εάν ο οξύς κοιλιακός πόνος συνοδεύεται από την αρχή με ψηλό πυρετό (390 C ή 400C), το αίτιο μάλλον βρίσκεται εκτός του χώρου της κοιλιάς και θα πρέπει να αναζητείται στο θώρακα ή στους νεφρούς.
Υψηλός πυρετός με ήπια κοιλιακή ευαισθησία, χωρίς κλινικά σημεία συστηματικής νόσου υποδηλώνει οξεία σαλπιγγίτιδα. Διαταραχές προσανατολισμού ή λήθαργος που συνοδεύεται με υψηλό πυρετό (> 390C) ή πυρετός με φρίκια και ρίγος υποδηλώνει τοξιναιμία και επικείμενη σηπτική καταπληξία (collapsus). Η κατάσταση αυτή είναι περισσότερο συχνή σε προχωρημένη διάχυτη περιτονίτιδα, χολαγγειίτιδα και πυελονεφρίτιδα.
Ήπια επιμένουσα πυρετική κίνηση (370 C – 37,50 C ή το πολύ έως 380C) συνοδεύει πολλές φλεγμονώδεις ενδοκοιλιακές παθήσεις, όπως είναι η οξεία χολοκυστίτιδα, η εκκολπωματίτιδα, η σαλπιγγίτιδα, η νόσος του Crohn και η ελκώδης κολίτιδα.
Στην αρχή της οξείας σκωληκοειδίτιδας η θερμοκρασία συνήθως είναι φυσιολογική, μετά όμως από λίγες ώρες ανέρχεται στους 37,50 C – 380 C, ενώ σε διάτρηση της σκωληκοειδούς η θερμοκρασία κατά κανόνα ανέρχεται ακόμα περισσότερο. Η εμφάνιση ρίγους και υψηλού πυρετού αμέσως με την έναρξη του κοιλιακού πόνου αποκλείει την πιθανότητα οξείας σκωληκοειδίτιδας.
Στη πρώιμη φάση της διάτρησης του πεπτικού έλκους η θερμοκρασία κυμαίνεται σε φυσιολογικά όρια, ενώ στη ρήξη της έκτοπης κύησης παρατηρείται χαμηλού βαθμού πυρετός. Στην εντερική απόφραξη η θερμοκρασία κατά κανόνα είναι φυσιολογική ή μπορεί να υπάρχει και υποθερμία.
Άλλα συνοδά συμπτώματα
Αυτά είναι εξαιρετικά χρήσιμα, εφόσον ανευρίσκονται. Η μακρόχρονη απώλεια της όρεξης για φαγητό συνήθως συνοδεύει την οξεία ηπατίτιδα, τη χρόνια μεσεντέριο ισχαιμία και τα νεοπλασματικά νοσήματα, ιδιαίτερα εάν συνυπάρχει και απώλεια σωματικού βάρους. Η ανορεξία προηγείται του περιομφαλικού πόνου σε ασθενείς με οξεία σκωληκοειδίτιδα. Ο ίκτερος και ο αποχρωματισμός των κοπράνων υποδηλώνει διαταραχές της ηπατικής λειτουργίας ή απόφραξη των χοληφόρων. Σκοτεινόχρωμα ούρα απαντούν σε νοσήματα του ουροποιητικού συστήματος (αιματουρία), σε χολόσταση (αποφρακτικός ίκτερος, νοσήματα ήπατος) και σε αιμόλυση. Η αιματοχεσία, η αιματέμεση και η μέλαινα υποδηλώνουν αιμορραγία από το πεπτικό σωλήνα ή εντερική ισχαιμία. Η αποβολή θρόμβων αίματος ή νεκρωτικών βλεννογονικών συγκριμάτων μπορεί να αποτελούν το μοναδικό κλινικό στοιχείο της προχωρημένης εντερικής ισχαιμίας.