Ο ιατρός Γεώργιος Κέκος, κατέχει απόλυτη εξειδίκευση στις παθήσεις των επινεφριδίων. Πραγματοποιεί με άψογο τρόπο όλες τις σύγχρονες μεθόδους διάγνωσης και θεραπείας των επινεφριδίων, που περιγράφονται στην παρούσα σελίδα. Έχει μεγάλη εμπειρία στην αντιμετώπιση των παθήσεων των επινεφριδίων, εφαρμόζοντας εξατομικευμένα σε κάθε ασθενή την κατάλληλη θεραπεία.
Εμπιστευθείτε το πρόβλημα σας για μια αποτελεσματική και οριστική διευθέτηση με σύγχρονες μεθόδους θεραπείας, σύμφωνα με τις αρχές της χειρουργικής επιστήμης, που βασίζονται σε επιστημονικές αποδείξεις (Evidence Based Surgery). Η υψηλή μας επιστημονική κατάρτιση και η πολύχρονη εμπειρία εγγυώνται την άριστη λύση με ανώδυνο τρόπο και χωρίς ταλαιπωρία.
Ο ιατρός δέχεται και εξετάζει τους ασθενείς στο ιατρείο του, επί της οδού Κερασούντος, αριθμός 4, στην Αθήνα. Συνεργάζεται με όλες τις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες και, όταν χρειάζεται, νοσηλεύει τους ασθενείς σε σύγχρονες ιδιωτικές κλινικές που είναι συμβεβλημένες και με το ΕΟΠΥΥ.
Για περισσότερες πληροφορίες επικοινωνήστε μαζί μας στο τηλέφωνο
2107486937
Εισαγωγή
Τα επινεφρίδια είναι διφυή όργανα που βρίσκονται κοντά στους άνω πόλους των νεφρών, εγκλεισμένα μέσα σε λιπώδη ιστό, στο επίπεδο της ενδέκατης πλευράς. Είναι πεπλατυσμένες δομές με ημισεληνοειδές σχήμα. Στον άνθρωπο έχουν μήκος περίπου 4-6 cm, πλάτος 1-2 cm και πάχος 4-6 mm, Και τα δύο μαζί έχουν βάρους περίπου 8 g αλλά το βάρος και το μέγεθος τους ποικίλλουν ανάλογα με την ηλικία, ΤΟΝ σωματότυπο και την φυσιολογική κατάσταση του ατόμου.
Τα επινεφρίδια περιβάλλονται από κάψα και βρίσκονται μέσα στο περινεφρικό λίπος. Περικλείονται στην νεφρική περιτονία, αν και χωρίζονται από τον σύστοιχο νεφρό με ένα λεπτό διάφραγμα. Ο δεξιός αδένας έχει σχήμα πυραμίδας και βρίσκεται σε μικρή απόσταση από το δεξιό διάφραγμα, το ήπαρ και την κάτω κοίλη φλέβα. Το αριστερό επινεφρίδιο έχει ημισεληνοειδές σχήμα, είναι μεγαλύτερο σε μέγεθος και βρίσκεται σε κοντινή σχέση με την αορτή, το σπλήνα και την ουρά του παγκρέατος.
Αγγείωση
Η αγγείωση των επινεφριδίων έχει ιδιαίτερη χειρουργική σημασία. Τα επινεφρίδια είναι μεταξύ των πλουσιότερα αιματούμενων οργάνων του σώματος με αιματική ροή 2000 mL/kg/min. Η αρτηριακή τροφοδοσία των επινεφριδίων είναι εκτεταμένη και προέρχεται από τρεις κύριες πηγές:
- Άνω επινεφριδικές αρτηρίες, αποτελούν κλάδους των δύο κάτω φρενικών αρτηριών στα επινεφρίδια κατά την προς τα άνω διαδρομή τους από την κοιλιακή αορτή προς το διάφραγμα.
- Μέση επινεφριδική αρτηρία, είναι ένας μέσος κλάδος για τα επινεφρίδια που εκφύεται στα δύο πλάγια απευθείας από την κοιλιακή αορτή.
- Κάτω επινεφριδικές αρτηρίες, είναι κλάδοι από τις νεφρικές αρτηρίες που κατευθύνονται προς τα πάνω στα επινεφρίδια.
Άλλα αγγεία, που προέρχονται από τα μεσοπλεύρια και τα σπερματικά αγγεία, μπορεί επίσης να αιματώνουν τα επινεφρίδια. Αυτές οι αρτηρίες διακλαδίζονται σε περίπου 50 αρτηριόλια και σχηματίζουν ένα πλούσιο πλέγμα κάτω από την αδενική κάψα και απαιτούν προσεκτική παρασκευή και απολίνωση κατά την διάρκεια της επινεφριδεκτομής.
Οι αρτηριακοί κλάδοι σχηματίζουν ένα υποκαψικό πλέγμα από το οποίο αρχίζουν 3 ομάδες αγγείων: 1) αρτηρίες της κάψας, 2) αρτηρίες του φλοιού, οι οποίες διακλαδίζονται επανειλημμένα μεταξύ των αδενικών κυττάρων σχηματίζοντας τριχοειδή που παροχετεύονται μέσα στα τριχοειδή της μυελώδους μοίρας και 3) αρτηρίες της μυελώδους μοίρας, οι οποίες διασχίζουν το φλοιό προτού διαιρεθούν για να σχηματίσουν μέρος του εκτεταμένου τριχοειδικού δικτύου της μυελώδους μοίρας. Με τον τρόπο αυτό μια διπλή αιμάτωση προμηθεύει την μυελώδη μοίοα τόσο με αρτηριακό αίμα [μέσω των μυελικών αρτηριών) όσο και με φλοιώδες αίμα (μέσω αρτηριών της φλοιώδους μοίρας), Το ενδοθήλιο των τριχοειδών είναι εξαιρετικά εκλεπτυσμένο και διακόπτεται από μικρές θυρίδες που αποφράσσονται με λεπτά διαφράγματα, Κάτω από το ενδοθήλιο υπάρχει ένας συνεχής βασικός υμένας. Τα τριχοειδή της μυελώδους μοίρας, μαζί με τα τριχοειδή που εφοδιάζουν το φλοιό, σχηματίζουν τις φλέβες της μυελώδους μοίρας, οι οποίες ενώνονται και σχηματίζουν την επινεφριδιακή φλέβα.
Σε αντίθεση με αυτή την πολλαπλή αρτηριακή τροφοδοσία βρίσκεται η φλεβική αποχέτευση, η οποία αποτελείται από μία μόνο φλέβα που προβάλλει από την πύλη κάθε επινεφριδίου. στην δεξιά πλευρά, η δεξιά επινεφριδική φλέβα έχει μικρό μήκος και σχεδόν αμέσως εκβάλλει στην κάτω κοίλη φλέβα, ενώ στην αριστερή πλευρά, η αριστερή επινεφριδική φλέβα πορεύεται προς τα κάτω και εκβάλλει στην αριστερή νεφρική φλέβα, αφού πρώτα ενωθεί με την κάτω φρενική φλέβα. Η ανατομική διαφορά μεταξύ δεξιάς και αριστερής επινεφριδικής φλέβας καθιστά την δεξιά επινεφριδεκτομή τεχνικά πιο απαιτητική από την αριστερή. Επικουρικές φλέβες εμφανίζονται στο 5% – 10% των ασθενών. Στα δεξιά, αυτά τα αγγεία μπορεί να παροχετεύονται στην δεξιά ηπατική φλέβα ή στην δεξιά νεφρική φλέβα και στα αριστερά οι επικουρικές φλέβες μπορεί να αποχετεύονται κατευθείαν στην αριστερή νεφρική φλέβα.
Δομή – Iστολογία
Ο αδένας αποτελείται από δύο συγκεντρικές στιβάδες: α) μια κίτρινη περιφερική στιβάδα τον επινεφριδιακό φλοιό και β) μια καστανέρυθρη κεντρική στιβάδα, τον επινεφριδιακό μυελό. Η φλοιώδης και η μυελώδης μοίρα του επινεφριδίου μπορούν να θεωρηθούν ως δύο όργανα με διαφορετική εμβρυολογική προέλευση και διαφορετικές λειτουργίες και μορφολογικά χαρακτηριστικά. Οι δύο μοίρες που συνενώνονται κατά την διάρκεια της εμβρυϊκής ανάπτυξης αναπτύσσονται από διαφορετικές βλαστικές στιβάδες. Ο φλοιός προέρχεται από το κοιλωματικό διάμεσο μεσόδερμα, Ο μυελός αποτελείται από κύτταρα που προέρχονται από την νευρική ακρολοφία, από την οποία κατάγονται επίσης και τα συμπαθητικά γαγγλιακά κύτταρα. Η γενική ιστολογική εμφάνιση του επινεφριδίου είναι τυπική ενός ενδοκρινούς αδένα στον οποίο τα κύτταρα τόσο της φλοιώδους όσο και της μυελώδους μοίρας είναι ομαδοποιημένα σε χορδές κατά μήκος τριχοειδών αγγείων. Η κάψα από κολλαγόνο συνδετικό ιστό που καλύπτει το επινεφρίδιο χορηγεί λεπτά διαφράγματα στο εσωτερικό του αδένα υπό την μορφή δοκίδων. Το στρώμα αποτελείται κυρίως από ένα πλούσιο δίκτυο δικτυωτών ινών που στηρίζουν τα εκκριτικά κύτταρα.
Στον άνθρωπο και σε μερικά άλλα ζώα, τα επινεφρίδια στα νεογνά είναι αναλογικό μεγαλύτερα από ότι στον ενήλικα. Στην πρώιμη αυτή ηλικία, μεταξύ της μυελώδους μοίρας και του λεπτού μόνιμου φλοιού, υπάρχει μια στιβάδα που είναι γνωστή ως εμβρυϊκός, ή αρχέγονος φλοιός. Αυτή η στιβάδα είναι αρκετά παχιά και τα κύτταρά της είναι διατεταγμένα σε χορδές, Μετά από την γέννηση, ο εμβρυϊκός φλοιός υποστρέφεται ενώ ο μόνιμος φλοιός που αρχικά είναι λεπτός αναπτύσσεται και διαφοροποιείται στις 3 ζώνες
Φλοιός των επινεφριδίων
Ο φλοιός των επινεφριδίων, με πάχος περίπου 2 mm, φαίνεται κίτρινος λόγω της υψηλής λιπιδιακής σύστασης και αποτελεί περίπου το 80% – 90% του όγκου του αδένα. Λειτουργικά, ο φλοιός είναι υπεύθυνος για την σύνθεση των στεροειδών ορμονών από την χοληστερόλη. Λόγω των διαφορών στην διάταξη και την εμφάνιση των κυττάρων του, ο φλοιός των επινεφριδίων μπορεί να υποδιαιρεθεί σε 3 συγκεντρικές ζώνες, των οποίων τα όρια δεν είναι συνήθως σαφή στον άνθρωπο. Αυτές είναι: η σπειροειδής ή κοκκιώδης (glomerulosa) ζώνη, η στηλιδωτή (fasciculate) ζώνη και η δικτυωτή (retocularis) ζώνη. Αυτές οι ζώνες καταλαμβάνουν το 15%, το 65% και το 7% του ολικού όγκου των επινεφριδίων αντίστοιχα.
Η ζώνη που βρίσκεται αμέσως κάτω από την κάψα του συνδετικού ιστού είναι η σπειροειδής ζώνη, στην οποία κυλινδρικά ή πυραμιδικά κύτταρα είναι διατεταγμένα σε στενά στοιβαγμένες υποστρόγγυλες ή τοξοειδείς χορδές που περιβάλλονται από τριχοειδή. Η επόμενη στιβάδα είναι γνωστή ως στηλιδωτή ζώνη λόγω της διάταξης των κυττάρων της σε ευθείες χορδές πάχους ενός έως δύο κυττάρων, που διατρέχουν κάθετα προς την επιφάνεια του οργάνου και έχουν τριχοειδή μεταξύ τους. Τα κύτταρα της στηλιδωτής ζώνης είναι πολυεδρικά, με μεγάλο αριθμό λιπιδικών σταγονιδίων στο κυτταρόπλασμά τους. Ος αποτέλεσμα της διάλυσης των λιπιδίων κατά την παρασκευή των ιστών, τα κύτταρα της στηλιδωτής ζώνης φαίνοντα κενοτοπιώδη σε συνήθη ιστολογικά παρασκευάσματα. Λόγω της κενοτοπιώδους εμφάνισής τους, τα κύτταρα της ζώνης αυτής αποκαλούνται επίσης σπογγιοκύτταρα.
Η δικτυωτή ζώνη, η πιο εσωτερική στιβάδα του φλοιού, βρίσκεται μεταξύ της στηλιδωτής ζώνης και της μυελώδους μοίρας του επινεφριδίου. Αποτελείται από κύτταρα που διατάσσονται σε ακανόνιστες χορδές που σχηματίζουν ένα αναστομούμενο δίκτυο. Αυτά τα κύτταρα είναι μικρότερα από τα κύτταρα των άλλων δύο ζωνών. Τα κοκκία της χρωστικής λιποφουσκίνης μέσα στα κύτταρα είναι μεγάλα και αρκετά πολυάριθμα. στην ζώνη αυτή συναντώνται συχνά κύτταρα με ανώμαλο σχήμα και πυκνωτικούς πυρήνες, γεγονός που υποδηλώνει κυτταρικό θάνατο.
Τα κύτταρα του επινεφριδιακού φλοιού δεν αποθηκεύουν τα εκκριτικά τους προϊόντα μέσα σε κοκκία. Μάλλον συνθέτουν και εκκρίνουν στεροειδείς ορμόνες σε ανταπόκριση προς την ζήτηση. Τα στεροειδή, επειδή είναι χαμηλού μοριακού βάρους λιποδιαλυτά μόρια, μπορούν να διαχέονται ελεύθερα διαμέσου της πλασματικής μεμβράνης και δεν χρειάζονται τις εξειδικευμένες διεργασίες της εξωκυττάρωσης για την έκλυσή τους. Τα κύτταρα του επινεφριδιακού φλοιού έχουν την τυπική υπερμικροσκοπική δομή κυττάρων που εκκρίνουν στεροειδή.
Μυελός των επινεφριδίων
Ο μυελός των επινεφριδίων αποτελεί το 10% με 20% του όγκου του αδένα και είναι κοκκινωπός-φαιός στο χρώμα. Παράγει τις κατεχολαμίνες επινεφρίνη και νορεπινεφρίνη. Η μυελώδης μοίρα ή μυελός των επινεφριδίων αποτελείται από πολυεδρικά παρεγχυματικά κύτταρα διατεταγμένα σε χορδές ή αθροίσματα, τα οποία υποστηρίζονται από ένα δίκτυο δικτυωτών ινών. Μεταξύ των παρακείμενων χορδών παρεμβάλλεται ένα πλούσιο πλέγμα τριχοειδών αγγείων και υπάρχουν επίσης λίγα παρασυμπαθητικά γαγγλιακά κύτταρα. Τα παρεγχυματικά κύτταρα της μυελώδους μοίρας των επινεφριδίων προέρχονται από κύτταρα της νευρικής ακρολοφίας, όπως και οι μεταγαγγλιακοί νευρώνες των συμπαθητικών και παρασυμπαθητικών γαγγλίων. Ο μυελός των επινεφριδίων νευρώνεται από τα σπλαχνικά συμπαθητικά νεύρα. Μέσα στο μυελό των επινεφριδίων τα χρωμαφινικά κάνουν συνάψεις με ίνες του συμπαθητικού αυτόνομου νευρικού συστήματος και έτσι σχηματίζεται η ζώνη επαφής μεταξύ του νευρικού και του ενδοκρινικού συστήματος. Τα παρεγχυματικά κύτταρα της μυελώδους μοίρας των επινεφριδίων μπορούν να θεωρηθούν ως τροποποιημένοι συμπαθητικοί μεταγαγγλιακοί νευρώνες, οι οποίοι έχουν χάσει τους νευράξονες και τους δενδρίτες τους κατά την πορεία της εμβρυϊκής εξέλιξης και έχουν γίνει εκκριτικά κύτταρα.
Τα παρεγχυματικά κύτταρα της μυελώδους μοίρας περιέχουν άφθονα ηλεκτρονιοπυκνοτικά εκκριτικά κοκκία, αφοριζόμενα με μεμβράνη και έχουν διάμετρο 150-350 nm. Αυτά τα κοκκία περιέχουν μια από τις δύο κατεχολαμίνες, δηλαδή την αδρεναλίνη (επινεφρίνη) ή νοραδρεναλίνη (νορεπινεφρίνη), Τα εκκριτικό κοκκία περιέχουν επίσης ΑΤΡ, πρωτεΐνες που αποκαλούνται χρωμογρανίνες (οι οποίες είναι δυνατόν να χρησιμεύουν ως συνδετικές πρωτεΐνες για τις κατεχολαμίνες), β-υδροξυλάση της ντοπαμίνης (η οποία μετατρέπει την ντοπαμίνη σε νοραδρεναλίνη) και οπιούχα πεπτίδια (εγκεφαλίνες).
Ένα μεγάλος αριθμός ενδείξεων δείχνει ότι η αδρεναλίνη και η νοραδρεναλίνη εκκρίνονται από 2 διαφορετικούς τύπους κυττάρων στην μυελώδη μοίρα των επινεφριδίων. Τα κύτταρα που εκκρίνουν αδρεναλίνη έχουν μικρότερα κοκκία που είναι λιγότερο ηλεκτρονιοπυκνοτικά και το περιεχόμενο τους γεμίζει το κοκκίο. Τα κύτταρα που εκκρίνουν νοραδρεναλίνη έχουν μεγαλύτερα κοκκία τα οποία είναι ηλεκτρονιοπυκνοτικά, το περιεχόμενο τους είναι ακανόνιστο σε σχήμα και υπάρχει μια ηλεκτρονιοδιαπερατή ζώνη κάτω από την αφοριστική μεμβράνη. Περίπου το 80% των κατεχολαμινών που εξέρχονται από την επινεφριδιακή φλέβα αντιστοιχεί σε αδρεναλίνη.
Όλα τα κύτταρα της μυελώδους μοίρας των επινεφριδίων νευρώνονται από χολινεργικές απολήξεις προγαγγλιακών συμπαθητικών νευρώνων. Σε αντίθεση με τον επινεφριδιακό φλοιό, ο οποίος δεν αποθηκεύει στεροειδή, τα κύτταρα της μυελώδους μοίρας συσσωρεύουν και αποταμιεύουν τις ορμόνες τους σε κοκκία. Κύτταρα της μυελώδους μοίρας βρίσκονται επίσης στα παραγάγγλια (δηλαδή αθροίσεις κυττάρων που εκκρίνουν κατεχολαμίνες κοντά σε αυτόνομα γάγγλια) καθώς και μέσα σε διάφορα σπλάγχνα. Τα παραγάγγλια αποτελούν μια διάχυτη πηγή κατεχολαμινών.
Η αδρεναλίνη και η νοραδρεναλίνη εκκρίνονται σε μεγάλες ποσότητες ως απάντηση σε έντονες συναισθηματικές αντιδράσεις (π.χ. φόβος). Η έκκριση αυτών των ουσιών διαμεσολαβείται από τις προγαγγλιακές ίνες που νευρώνουν τα κύτταρα της μυελώδους μοίρας. Η έκκριση και η απελευθέρωση των κατεχολαμινών μέσα στην κυκλοφορία οδηγεί σε αγγειοσυστολή, αρτηριακή υπέρταση, μεταβολές στον καρδιακό ρυθμό και επηρεάζει το μεταβολισμό ως προς την αύξηση της γλυκόζης στο αίμα. Αυτά τα αποτελέσματα είναι μέρος της άμυνας του οργανισμού σε κατάσταση συναγερμού (stress). Κατά την ήρεμη δραστηριότητα η μυελώδης μοίρα εκκρίνει συνεχώς μικρά ποσά αυτών των ορμονών.